ONLINE ΡΑΝΤΕΒΟΥ
Κρυψορχία

Κρυψορχία

Κρυψορχία είναι η κατάσταση κατά την οποία ο όρχις δεν ψηλαφάται στο όσχεο, αλλά βρίσκεται σε κάποιο σημείο της φυσιολογικής οδού καθόδου του από το νεφρό προς το σύστοιχο ημιόσχεο.

Η κρυψορχία διακρίνεται σε:

  1. ετερόπλευρη και αμφοτερόπλευρη, ανάλογα με το αν η απουσία του όρχεως αφορά την μία ή και τις δύο πλευρές του σώματος, αντίστοιχα, και
  2. βουβωνική και κοιλιακή, ανάλογα με την εντόπιση του όρχεως επί τα εντός ή επί τα εκτός του έσω στομίου του βουβωνικού πόρου.

Η συχνότητα της κυμαίνεται μεταξύ του 20% περίπου στα πρόωρα νεογνά, 3% περίπου στα τελειόμηνα νεογνά, 1-2% στο τέλος του 1ου μήνα της ζωής και 0,2-0,8% στα μεγαλύτερα του ενός έτους παιδιά και τους ενήλικες. Τα αίτια της κρυψορχίας, αν και δεν είναι σαφή, μπορεί να ταξινομηθούν σε μηχανικά, ορμονικά, ορχικά ή και σε συνδυασμό τους.

Η κρυψορχία συνήθως γίνεται αντιληπτή από τους γονείς, οι οποίοι παρατηρούν ότι το όσχεο του παιδιού είναι κενό. Εξαιρετικά σημαντικό είναι να ερωτηθούν οι γονείς αν αυτό το κενό όσχεο διογκώνεται σε στιγμές ηρεμίας του παιδιού (ύπνος σε ζεστό περιβάλλον, μπάνιο με χλιαρό νερό). Η καταφατική απάντηση είναι κατά της κλινικής διάγνωσης της κρυψορχίας και υπέρ του ανελκόμενου όρχεως. Κοιλιακός ή βουβωνικός πόνος μπορεί να παρατηρηθεί επί συστροφής ή τραυματισμού του όρχεως. Σε μεγαλύτερη ηλικία, η κρυψορχία μπορεί να εκδηλωθεί με υπογονιμότητα.

Η διάγνωση της θεωρητικά είναι εύκολη με τη διαπίστωση της απουσίας του όρχεως από το όσχεο. Η ψηλάφηση και το ιστορικό μπορεί να παράσχουν σημαντική βοήθεια, αλλά η χρήση πρόσθετων παρακλινικών εξετάσεων είναι αναγκαία στις περιπτώσεις που αποτυγχάνει η ψηλαφητική εντόπιση του όρχεως. Από τις μη επεμβατικές απεικονιστικές εξετάσεις, η ευρύτερα χρησιμοποιούμενη είναι η υπερηχοτομογραφία της βουβωνικής περιοχής.

Επιπλοκές της κρυψορχίας:

  • Νεοπλασία: Η ύπαρξη στενής σχέσης μεταξύ κρυψορχίας ή ορχικής εκτοπίας και καρκίνου του όρχεως αναδεικνύεται από την αυξημένη συχνότητα καρκίνου στον έκτοπο όρχι (20–40 φορές μεγαλύτερη από εκείνη του φυσιολογικού). Οι συχνότεροι ιστολογικοί τύποι ορχικού καρκίνου στους πάσχοντες από κρυψορχία είναι το σεμίνωμα (60%) και το εμβρυϊκό καρκίνωμα, ενώ το καρκίνωμα in situ εμφανίζεται σε ποσοστό 2%.
  • Υπογονιμότητα: Οφείλεται σε ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις του όρχεως που βλάπτουν τη σπερματογένεση και παρατηρείται στο 30% των περιπτώσεων ετερόπλευρης και 80% των περιπτώσεων αμφοτερόπλευρης κρυψορχίας. Οι διαταραχές των σπερματοζωαρίων αφορούν τον αριθμό, την ωριμότητα και τη μορφολογία τους.
  • Συστροφή: Υπάρχει μεγαλύτερη προδιάθεση συστροφής του κρυψόρχεως, λόγω της ανεπαρκούς πρόσφυσης του οίακα στο όσχεο. Συχνότερα παρατηρείται κατά την εφηβεία, λόγω αύξησης του μεγέθους του όρχεως που διευκολύνει τη συστροφή.

Θεραπευτική αντιμετώπιση της αποτελεί η έγκαιρη διάγνωση και η χειρουργική καθήλωση του όρχεως στο σύστοιχο ημιόσχεο (ορχεοπηξία) όχι αργότερα από τη συμπλήρωση του 2ου έτους της ζωής. Ιδανικός χρόνος θεωρείται η ηλικία μεταξύ 9 και 14 μηνών. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να επιτευχθεί η αναστροφή των όποιων ιστολογικών αλλοιώσεων και η διασφάλιση καλύτερου ιστολογικού υπόβαθρου για τη σπερματογένεση στην εφηβεία και την ενήλικη ζωή.